Σάββατο 22 Μαΐου 2010
Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη
Το βράδυ της 22 Μαΐου 1963 ο Λαμπράκης μίλησε σε εκδήλωση που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η «Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». Πριν ακόμα η εκδήλωση ξεκινήσει, πλήθος παρακρατικών και αστυνομικών με πολιτικά είχαν καταλάβει τα γειτονικά πεζοδρόμια, κραυγάζοντας συνθήματα και προπηλακίζοντας όσους προσέρχονταν στην αίθουσα για να πάρουν μέρος σε αυτή. Άλλοι αστυνομικοί, ένστολοι, αν και παρόντες σε μεγάλο αριθμό δεν λάμβαναν κανένα μέτρο για την απώθηση των παρακρατικών, παρά τις διαμαρτυρίες των οργανωτών και του ίδιου του Λαμπράκη, ενός μέλους δηλαδή του ελληνικού κοινοβουλίου. Μάλιστα, ένας παρακρατικός κατόρθωσε να χτυπήσει το Λαμπράκη στο κεφάλι με ρόπαλο κατά την είσοδό του στην αίθουσα της εκδήλωσης, τραυματίζοντάς τον ελαφρά. Σοβαρά, αντίθετα, τραυματίστηκε από τους ανεξέλεγκτους διαδηλωτές ο έτερος παρών αριστερός βουλευτής, Γιώργος Τσαρουχάς.
Με την ολοκλήρωση της εκδήλωσης, ο Λαμπράκης εγκατέλειψε την αίθουσα με πρόθεση να κατευθυνθεί σε κοντινό ξενοδοχείο όπου είχε καταλύσει. Τον ακολούθησαν μόνο δύο σύντροφοί του, καθώς η αστυνομία απέκλεισε το κοινό της εκδήλωσης στο εσωτερικό της αίθουσας, απαγορεύοντας προσωρινά την έξοδο. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Ελ. Βενιζέλου και παρά το γεγονός ότι η αστυνομία είχε αποκλείσει όλους τους δρόμους, ένα τρίκυκλο εμφανίστηκε από το πουθενά, πλησίασε το Λαμπράκη με ιλιγγιώδη ταχύτητα και τον έριξε στο έδαφος. Κανείς αστυνομικός δεν κινήθηκε για να εμποδίσει το τρίκυκλο πριν το χτύπημα, να συλλάβει τον οδηγό του μετά, ή ακόμα και να βοηθήσει τον αιμόφυρτο Λαμπράκη. Όπως αποδείχτηκε, το θύμα είχε δεχτεί ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από μεταλλικό αντικείμενο.
Το πιθανότερο είναι ότι οι δράστες της επίθεσης θα είχαν διαφύγει ανενόχλητοι, αν ένας παριστάμενος Θεσσαλονικιός, ο πλασιέ Μανόλης Χατζηαποστόλου (με το παρατσούκλι «Τίγρης») δεν είχε πηδήσει αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Για ένα περίπου χιλιόμετρο το τρίκυκλο έτρεχε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς κανένα αστυνομικό ή άλλο όχημα να το καταδιώκει. Ο Χατζηαποστόλου εξουδετέρωσε μετά από σκληρή πάλη το μοναδικό επιβάτη της καρότσας, Μανόλη Εμμανουηλίδη (ήταν αυτός που είχε καταφέρει το θανατηφόρο χτύπημα στο Λαμπράκη) και κατόπιν υποχρέωσε τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη να σταματήσει. Ακολούθησε νέα πάλη αυτή τη φορά ανάμεσα στον Χατζηαποστόλου και τον Γκοτζαμάνη, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός αστυνομικός, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση από την οποία δεν εξήλθε ποτέ. Πέθανε τέσσερις μέρες αργότερα.
Μετά τη δολοφονία
Η δολοφονία του Λαμπράκη πυροδότησε σημαντικές πολιτικές εξελίξεις. Η τεράστια κατακραυγή του ελληνικού λαού για τη στυγερή δολοφονία έφερε κρίση στην υπόδουλη κυβέρνηση. Στις 11 Ιούνη του 1963 η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτείται. Φαίνεται ότι οι Αμερικανοί επέλεξαν την προσωρινή άμβλυνση των φαινομένων κρίσης που υπήρχαν και πρόκριναν μια κυβέρνηση της Ενωσης Κέντρου, που ευελπιστούσαν πως θα παίξει το ρόλο του αναχώματος απέναντι στις λαϊκές κινητοποιήσεις. Η δικομματική εναλλαγή θα περιθωριοποιούσε την Αριστερά πιο εύκολα.
Το Φλεβάρη της ίδιας χρονιάς ο Καραμανλής επιχείρησε μια άκρως αντιδραστική αλλαγή του συντάγματος ώστε να συσσωρεύσει όλες τις εξουσίες στα χέρια του. Μια δικτατορία με κοινοβουλευτικό μανδύα, όπως έχει ειπωθεί από πολλούς. Ομως οι Αμερικανοί, το Παλάτι και σίγουρα μια μερίδα της αστικής τάξης είχαν διαφορετική γνώμη και ο Κ. Καραμανλής οδηγήθηκε σε παραίτηση με πρόσχημα διαφωνίες με το βασιλιά για ένα ταξίδι στην Αγγλία.
Ο ίδιος ο βασιλιάς Παύλος είπε στον αμερικανό δημοσιογράφο Σουλτσμπέργκερ: «Ο Καραμανλής επέλεξε ένα παράδοξον και άνευ ουσίας θέμα διά να παραιτηθή, διότι κατά τα άλλα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υπόθεση της Θεσσαλονίκης (το φόνο του Λαμπράκη) και τα ζητήματα που άρχιζε να δημιουργεί στην Κύπρο ο Μακάριος» («Από τον Εμφύλιο στη Χούντα», Σπ. Λιναρδάτου, εκδόσεις Παπαζήση, τόμος Δ, σελ. 278). Λίγο αργότερα θα φανούν οι απώτεροι στόχοι των Αμερικανών με την επιβολή της χούντας το '67. Στις 18 Ιουνίου, αφού έχει προκύψει νέα κυβέρνηση από την ΕΡΕ, με επικεφαλής τον Π. Πιπινέλη, ο Κ. Καραμανλής θα αναχωρήσει για τη Ζυρίχη, με πλαστό διαβατήριο με το όνομα «Βασίλης Τριανταφυλλίδης».
Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου η Ενωση Κέντρου πήρε το 42% και 138 έδρες, η ΕΡΕ το 40% και 132 έδρες και η ΕΔΑ 14,5% και 28 έδρες. Ετσι προκύπτει νέα κυβέρνηση της Ενωσης Κέντρου με πρωθυπουργό το Γεώργιο Παπανδρέου, που απ' ό,τι φαίνεται είχε, την περίοδο εκείνη τουλάχιστον, την έγκριση των ΗΠΑ αλλά και του Παλατιού.
Τα εγκλήματα, όμως, των Αμερικάνων δεν σταμάτησαν στο Λαμπράκη. Στις 11 Νοέμβρη του 1964, στην επέτειο της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, συγκεντρώθηκαν στο Γοργοπόταμο πολλοί εκπρόσωποι του ΕΛΑΣ για να τιμήσουν την ιστορική εκείνη μέρα. Η περιοχή όμως είχε ναρκοθετηθεί. 14 άνθρωποι σκοτώθηκαν και πολλοί περισσότεροι τραυματίστηκαν. Γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι ήταν δουλειά της CIA και το σχέδιο είχε την κωδική ονομασία «ΒΕΛΟΣ».
Λίγους μήνες μετά βγήκε στη δημοσιότητα μυστικό έγγραφο της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα προς την αμερικανική κυβέρνηση, που ανέφερε τα εξής: «Σχετικά με την υπόθεση του περασμένου Νοεμβρίου στο "G" μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι καμιά διαρροή πληροφοριών δεν μπορούσε να γίνει στην Ελλάδα. Οσοι αναμίχθησαν έλαβον οδηγίες και ενήργησαν κάτω από τον αυστηρό έλεγχο της CIA» («Αυγή» 20/10/1966 και Ν. Ψυρούκης «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας», τόμος 3ος, σελ. 251, εκδ. Επικαιρότητα). Η αλυσίδα των εγκλημάτων θα συνεχιστεί με τη δολοφονία του Πέτρουλα, τις δολοφονίες της χούντας, την εκτέλεση του Παναγούλη και τόσες άλλες.
Η δίκη
Την ανάκριση για τη δολοφονία διεξήγαγε ο Χρήστος Σαρτζετάκης και εισαγγελείς της δίκης ήταν οι Δελαπόρτας και Μπούτης. Στις 13 Σεπτέμβρη 1963 ο ανακριτής Σαρτζετάκης και ο εισαγγελέας Μπούτης διατάζουν την προφυλάκιση του Μήτσου, του Καμουτσή, του Διαμαντόπουλου και του Παπατριανταφύλλου, πρώην διοικητή του Ε' Αστυνομικού Τμήματος Θεσσαλονίκης. Και μόνο αυτό το γεγονός είναι αρκετό για να φανεί ότι η δολοφονία έγινε εν γνώσει της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση και αστυνομία προσπάθησαν να εμφανίσουν τη δολοφονία ως τροχαίο ατύχημα. Οταν όμως έγινε η δίκη, ο Εμμανουηλίδης είπε πως λίγο πριν από την επίθεση οι παρακρατικοί μαζεύτηκαν στην Ασφάλεια και ο υπομοίραρχος Κατσούλης τους είπε ξεκάθαρα πως «στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Είναι χαρακτηριστική η κατάθεση του Καπελώνη στη δίκη, ο οποίος ανέφερε πως «ο Κατσούλης ειδοποίησε όλα τα Παραρτήματα να στείλουν άνδρες τους στον τόπο της συγκέντρωσης όπου θα μιλούσε ο Λαμπράκης και να πάρουν μαζί τους "Εθνικόφρονες πολίτες", για να αποδοκιμάσουν τους οπαδούς της Ειρήνης. Επειδή όμως στο μεταξύ άλλαξε ο τόπος της συγκέντρωσης όπου θα μιλούσε ο βουλευτής της ΕΔΑ, οι περί ου ο λόγος "πολίτες" κλήθηκαν να μαζευτούν στο Ε' Αστυνομικό Τμήμα. Εκεί τους έβγαλε λόγο ο Κατσούλης, ο οποίος μεταξύ των άλλων τούς τόνισε ότι "στόχος μας είναι ο Λαμπράκης"». Με επίμονες προσπάθειες τριών δημοσιογράφων, του Γιώργου Ρωμαίου, του Γιάννη Βούλτεψη και του Γιώργου Μπέρτσου, βρέθηκαν στοιχεία και αποκαλύφθηκε η ύπαρξη και η δράση μιας μυστικής παρακρατικής οργάνωσης με το όνομα «Καρφίτσα» που έδρασε το βράδυ της δολοφονίας στην αντισυγκέντρωση των φασιστοειδών. Η ονομασία προέρχεται από μια καρφίτσα που είχαν όλοι στο πέτο για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους. Ο Ρωμαίος μάλιστα καταγγέλλει και απόπειρα δωροδοκίας από το πολιτικό γραφείο του Καραμανλή για να μη δημοσιεύσει τα στοιχεία.
Παρά τους εκβιασμούς και τις πιέσεις που δέχτηκαν τα μέλη του δικαστηρίου και λόγω της μεγάλης κατακραυγής για τη δολοφονία και της απαίτησης για απονομή δικαιοσύνης, οι δύο δολοφόνοι (Εμμανουηλίδης και Γκοτζαμάνης) καθώς και πολλοί αξιωματικοί της χωροφυλακής θα δικαστούν το Δεκέμβριο 1966.
Είναι χαρακτηριστικό ένα σημείο της αγόρευσης του Παύλου Δελαπόρτα, που προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τις μελανότερες εκφράσεις όταν αναφερόταν στους μηχανισμούς που σκότωσαν το Λαμπράκη: «Αποτελούνται από κατάλοιπα υποπροϊόντων του Xίτλερ, από γιγαντοκύτταρα δωσιλογικής λευχαιμίας... από κακοποιούς διαφόρων βαθμών και ειδών, από ιδεολογικούς σκηνίτες και από άλλους φτωχούς διαβόλους... Aπό τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σ' αυτά θα ανετίθετο σε ώρα κρίσης η ενίσχυση των Σωμάτων Aσφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση "της υπερασπίσεως της Πατρίδος και του Eλληνοχριστιανικού Πολιτισμού παντού, πάντοτε και δι' όλων των μέσων", κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγράφονται πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη… Tι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ' αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;».
Οι φυσικοί αυτουργοί Γκοτζαμάνης και Εμμανουηλίδης θα καταδικαστούν όχι για δολοφονία αλλά για βαριές σωματικές βλάβες σε 11 και 8,5 χρόνια αντίστοιχα. Μετά από δύο χρόνια η χούντα θα τους αποφυλακίσει. Οι αξιωματικοί της αστυνομίας που είχαν κατηγορηθεί αθωώθηκαν πανηγυρικά. Οι ηθικοί αυτουργοί παρέμειναν «οι γνωστοί... άγνωστοι». Η απόφαση των ενόρκων ήταν ότι ο Λαμπράκης «δεν εδολοφονήθη».
Τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα τη διετία 1990-1991 ήρθαν νέα στοιχεία στη δημοσιότητα. Οι Αμερικανοί αμέσως μετά τον πόλεμο έστησαν σε όλες τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ παρακρατικές οργανώσεις μέσα από τις μυστικές υπηρεσίες. Αποστολή τους ήταν οι πολιτικές δολοφονίες αγωνιστών αλλά και προβοκατόρικες ενέργειες που είχαν στόχο να ενοχοποιήσουν συνολικά την Αριστερά, ώστε να αποφευχθεί μια ενδεχόμενη κατάληψη εξουσίας από κομμουνιστές ή ακόμα και η συμμετοχή της Αριστεράς σε κυβερνήσεις. Η όλη επιχείρηση της CIA ονομάστηκε «Stay Behind» και στην Ελλάδα εξειδικεύτηκε ως «Eπιχείρηση Kόκκινη Προβιά». Οι χώρες του ΝΑΤΟ υπέγραφαν μυστικό πρωτόκολλο με το οποίο έπρεπε να δημιουργήσουν το δικό τους παρακρατικό μηχανισμό μέσω των μυστικών υπηρεσιών άλλα και του στρατού για να στηθεί σωστά η επιχείρηση. Για την Ελλάδα στις 25 Μάρτη του 1955 υπογράφηκε η μυστική συμφωνία της «Κόκκινης Προβιάς» από τον πρωθυπουργό Παπάγο με το στρατηγό της CΙΑ Τράσκοτ. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η οργάνωση «Καρφίτσα» ήταν έργο αυτού του μηχανισμού. Για την επιχείρηση στο Γοργοπόταμο το 1964 οι αποδείξεις για την εμπλοκή των Αμερικανών είναι ατράνταχτες.
Η δολοφονία του Λαμπράκη, όπως κι αυτή του Μπελογιάννη, αποτελεί ορόσημο στη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας. Ερχεται να επισφραγίσει την κυριαρχία των πιο αντιδραστικών στοιχείων της ελληνικής αστικής τάξης αλλά και πολύ περισσότερο την κυριαρχία των Αμερικανών, που ανέδειξαν και στήριξαν όλους τους γνωστούς και άγνωστους παρακρατικούς–φασιστικούς μηχανισμούς στη χώρα μας τις δεκαετίες του '50 και του '60. Είναι μια δολοφονία που υπογραμμίζει πως, παρά τον κοινοβουλευτικό μανδύα που είχε την περίοδο εκείνη το πολίτευμα, δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτα το κράτος των ταγματασφαλιτών και των δωσίλογων, το κράτος του εμφύλιου και της μαζικής τρομοκρατίας. Είναι μια πράξη που ήθελε να τρομοκρατήσει το δημοκρατικό και προοδευτικό κόσμο της Ελλάδας, τους εργαζόμενους που πάλευαν για ψωμί, δουλειά και ελευθερία. Είναι ένα από τα πολλά γεγονότα που ανέθρεψαν τα πιο αντιδραστικά και φασιστικά κατακάθια που υπήρχαν την περίοδο εκείνη στην ελληνική κοινωνία, με τελική κατάληξη το αμερικανοκίνητο στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967.